- Καινοῖς
- Καινόνneut dat pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
καινοῖς — καινέω pres opt act 2nd sg (attic epic doric) καινός new masc/neut dat pl καινόω make new pres opt act 2nd sg καινόω make new pres subj act 2nd sg καινόω make new pres ind act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κατατοξεύω — (Α) (επιτ. τ. τού τοξεύω) 1. τοξεύω, ρίχνω με το τόξο βέλη εναντίον κάποιου 2. θανατώνω κάποιον τοξεύοντας («συλλαμβάνει καὶ κατατοξεύει τὸν Ἱππίαν», Θουκ.) 3. μτφ. συντρίβω, καταβάλλω, αποστομώνω κάποιον («ῥηματίοις καινοῑς αὐτὸν καὶ διανοίαις… … Dictionary of Greek